Καλαμαριά-επεισόδιο 3-αποχωρισμός

 

Ο Στέλιος έβγαινε απ το μπουρδέλο μαζί με μια  πόρνη. Προχωρούσαν αγκαλιά. Της έλεγε αστεία και η  κοπέλα γελούσε. Απ την ματιά του καταλάβαινες πως  είχε τισμπηθεί μαζί της , το ίδιο άλλωστε ίσχυε και για την κοπέλα
-Πάμε Τούμπα να ακούσουμε κάνα ρεμπέτικο;  ρώτησε ο Στέλιος καθώς  έστριβαν με τα πόδια προς το κέντρο της πόλης αλλά η  κοπέλα δεν απάντησε. Το βλέμμα της άλλαξε  απότομα και σάστισε.
Ο Στέλιος  σταμάτησε να  βαδίζει και  γύρισε και κοίταξε ευθεία μπροστά του. 
Αντίκρισε τον   διοικητή της Χωροφυλακής της πόλης , τον στρατηγό Βαλασάκη που στεκόνταν ακριβώς μπροστά του με δυο  χωροφύλακες από πίσω  του
-Στρατηγέ;  ρώτησε ο Στέλιος
-Σου  χω ένα μήνυμα  για  τον Πόντιο.
Πές του αύριο το βράδυ, τέτοια ώρα να  κατέβει πίσω απ τις αποθήκες των τραμ στο Ντεπώ. Κάποιοι πολύ σημαντικοί άνθρωποι-ξέρει αυτός- θέλουν να συναντηθούν σε ουδέτερο έδαφος
Ο Στέλιος πήγε κάτι να πει όμως ο κρητικός  βενιζελογενής αστυνομικός  τον διέκοψε
-Θα διασφαλίσω εγώ την ασφάλεια  την δική του  αλλά και όλων των  παρευρισκόμενων
Ο καθένας πες του μπορεί να  φέρει  άλλα  δυο άτομα για την προσωπική του ασφάλεια. Καλή σας νύχτα, τους έπε και έκανε μεταβολή μαζί με τους  υφισταμένους του και έφυγε
-Τι ήταν  αυτό; ρώτησε η κοπέλα
Ο Στέλιος δεν μίλησε
-Θα πάμε τελικά στο ρεμπετάδικο στην Τούμπα; τον ξαναρώτησε
Ο Στέλιος  σκεφτόνταν  άλλα εκείνη την στιγμή. Γύρισε και την κοίταξε
-Θα πάμε, αλλά όχι σήμερα. Στο υπόσχομαι πως θα  το κανονίσουμε κάποια άλλη στιγμή. Θα σε πάω σπίτι να σε αφήσω και έχω μια δουλειά να κανονίσω....

7777
Δυο ώρες  αργότερα  βρισκόνταν στο καφενείο της Καλαμαριάς
Η ώρα  ήταν 3 τα μεσάνυχτα και  σε αυτό βρισκόταν μόνο ο Δήμος με τους γιούς του και τον Οδυσσέα
Ο Στέλιος τους περιέγραψε όσα του πε ο  Βαλασάκης  νωρίτερα
-Θα πάω μόνος, απάντησε ο Δήμος και συμπλήρωσε πριν αντιδράσει κανείς άλλος, αν είναι παγίδα καλύτερα να  ξεπαστρέψουν έναν από εμάς παρά όλους ή  τους; πιο σημαντικούς
-Θα έρθω και γω μαζί σου πατέρα, είπε ο Νίκος
-Εσύ καλά θα κάνεις  να κάτσεις στα αυγά σου, τον αποπήρε ο Δήμος και αμέσως το μετάνιωσε, ξεφύσηξε, δεν θέλω να  ξοδεύω  χρόνο για να εξηγώ αυτό που μόλις είπα
  Ο Οδυσσέας πήρε τον λόγο
-Δεν νομίζω...αν θέλενα να μας ξεπαστρέψουν δεν θα  μπλέκαν τον Βαλασάκη
-Μα είναι δικός τους, πετάχτηκε ο Βασίλης , ο μεγάλος γιος του  Δήμου
-Τον Βαλασάκη  τον έχουν για πιο σοβαρές  δουλειές   απ τα ξεκαθαρίσματα του δρόμου. Λογικά πιστεύω  θέλουν να κάνουν μια  τελευταία κουβέντα πριν  επιτεθούν.
Θα σου θέσουν όρους Δήμο, όρους που δεν θα σου αρέσουν αλλά θα είναι η μόνη διέξοδος για να  αποφύγεις τον πόλεμο
-Να τους δώσω το παιδί μου;
-Ακριβώς. Έτσι θα αποδείξει στην πιάτσα ο Ολλανδός πως συνεχίζει να είναι ο απόλυτος κυρίαρχος και πως όποιος πάει κόντρα  σε δικούς του  το πληρώνει πολύ ακριβά
Ο  Δήμος κοίταξε τον Νίκο
Ο Νίκος πήρε τον λόγο
-Εγώ μας έμπλεξα σε όλο αυτό πατέρα. Δεν ΄έπρεπε να φάω αυτό ν τον τυπά
-Πήγε να κάψει τις αποθήκες μας. Αν έχουν οι Σαλονικείς  δικούς τους νόμους  και κόκκινες γραμμές έχουμε και μείς. Με δυο λόγια έκανες αυτό που έπρεπε, μετά στράφηκε στον Βασίλη, εσύ με τον Οδυσσέα θα έρθετε αύριο στην συνάντηση όμως θέλω να μην αντιδράσεις σε τίποτα. Ότι κι αν αούσεις , ότι κι αν πούνε Βασίλη  θέλω να μην  τσιμπήσεις.Θα σαι εκεί, από πίσω μου  για να με προσέχεις, αυτό και μόνο
Τον λόγο πήρε ο Γιάννης
-Υπάρχει τρόπος να  ξεμπλέξουμε απ αυτή την ιστορία; ρώτησε
-Αυτό  σπάω  το κεφάλι μου  δυο μέρες  τώρα να βρω όμως..., απάντησε απογοητευμένος ο Δήμος και κοίταξε τον Οδυσσέα
-Αυτό που προέχει είναι να κερδίσουμε  χρόνο αύριο. 


Πίσω απ τις  αποθήκες των τραμ  την επόμενη μέρα  τα μεσάνυχτα  περπατούσαν μέσα σε μια  θαμνώδη έκταση ο Δήμος με τον Βασίλη και τον Οδυσσέα. ο Στρατηγός Βαλασάκης ήταν  ήδη εκεί με τους ανθρώπους του αλλά και τον Ολλανδό με δυο απ τους 4  πλέον υπαρχηγούς του,  τον Δείμο και τον  Σταγκάκη 
Ο Βαλασάκης  τους υποδέχθηκε  ψυχρά
-Χαίρομαι που ήρθες Δήμο του είπε,  μακάρι να  καταφέρουμε  μέσα από αυτή την συνάντηση να βούμε μια λύση και να διασφαλίσουμε την ησυχία στην πόλη
Ο Δήμος δεν μίλησε
Ο Ολλανδός  του πρότεινε να περπατήσουν και να κάτσουν μόνοι τους παραπέρα σε ένα τραπεζάκι που είχαν τοποθετήσει με δυο καρέκλες
Όταν καθίσαν πήγε να πάρει ο Ολλανδός τον λόγο  επιστρατεύοντας όλη του την κυνικότητα και την γοητεία του τζέντελμαν όμως ο Δήμος  τον διέκοψε
-Δεν παίρνεις το "όχι"σαν απάντηση; Κάναμε μια  αντρίκια συνάντηση πριν λίγο καιρό 
Μου πρότεινες  κάτι. Σου εξήγησα  πως δεν με συμφέρει. Δενσ τράφηκα  ένάντια στην οργάνωση σου απλά αρνήθηκα  να συνεργαστούμε. Μπορούσες να βρεις κάποιες άλλες ακτές  κοντινές στην πόλη και να κάνεις  την δουλειά σου.
Αν  είχες ελιχθεί σήμερα θα ζούσε ο άνθρωπος σου και δεν θα βρισκόμασταν εδώ να λύσουμε  αυτό τον γόρδιο δεσμό.
-Δεν έχω  φτάσει τόσο ψηλά στην ιεραρχία  της πόλης  για να μου λένε "όχι". 
Ο Δήμος κούνησε το κεφάλι του πριν τον ρωτήσει
-Τότε ποιος ο λόγος αυτής της συνάντησης;
-Επισήμως  η χωροφυλακή δεν έχει βγάλει πόρισμα ακόμη για τον φόνο του Μανέα. Δεν κατηγορείτε  δηλαδή ο γιος σου
-Και τι ζητάς;
-Μας δίνεις τον γιο σου και τις ακτές και τελειώνει εδώ το πράγμα
-Να  θυσιάσω τον γιο μου, αυτό ζητάς;
-Αν θες να σώσεις  τους άλλους δυο γιους σου, αν θες να σώσεις την οργάνωση σου και τέλος αν θες να σώσεις την Καλαμαριά ναι. Στον πόλεμο οι καλοί στρατηγοί κρίνονται  από τις  σοφές κινήσεις
-Και ποιος σου είπε πως σκέφτομαι σαν στρατηγός;
Ο Ολλανδός  χαμογέλασε
-Είσαι σε αυτή την δουλειά  , έχεις μπλεχτεί σε αυτά τα σκατά και πως αλλιώς σκέφτεσαι δηλαδή;
-Σαν πόντιος
-Ξεροκέφαλοι τουρκόσποροι
-Η ώρα των προσβολών δεν είναι η αγαπημένη μου, είπε και σηκώθηκε να φύγει
-Πριν φύγεις θέλω να ξέρεις  πως αν σε 48 ώρες δεν μου δώσεις τον Νίκο , θα κάψω την Καλαμαριά και μαζί όλη την φάρα σας που μας κουβαληθήκατε απ την Τουρκία
-Δεν έχεις και πολύ χρόνο για να  ετοιμαστείς για αυτό, απάντησε ο Δήμος
-Δεν έχεις και πολύ χρόνο για να οργανώσεις την άμυνα σου μπροστά σε αυτό που έρχετε, απάντησε ο Ολλανδός
-Εντάξει, δεν θα σου ανταπαντήσω. Αφήνω να έχεις τον τελευταίο λόγ αυτή την βραδιά εσύ...Ολλανδόσπορε, είπε ειρωνικά και κίνησε πίσω προς το μέρος απ όπου  ήρθανε. Πήρε τον Βασιλή και τον Οδυσσέα και κίνησαν να φύγουν.
Ο Βαλασάκης του φώναξε,
-Δήμο; , είπε και πήγε προς το μέρος του, σαν Βενιζελικός έκανα πολλές φορές τα στραβά μάτια  στις  δουλειές σου. Εδώ όμως πρέπει να κάνεις πίσω. Η οργάνωση του Ολλανδού  τα βάλανε με πολύ δυνατότερους αντιπάλους  από εσάς  για να φτάσουν εδώ που είναι
Ο Δήμος κοίταξε τον Βαλασάκη
-....σαν βενιζελικός; τι πα να πει αυτό; δεν έπαιρνες το μπαξίσι  σου για να κάνεις τα στραβά  τα μάτια; Θες να μου πεις πως μας αγαπήσατε  εσείς οι...βειζελικοί;  για τους ψήφους  μας κάνετε γλύκες, αλλά είστε ίδιοι με τα καθίκια του λαϊκού κόμματος. Σιχαίνεστε και που μας  βλέπετε , θα προτιμούσατε να μην είχαμε έρθει ποτέ 
-Κάνε αυτό που επιτάσσει η λογική και άσε τις μεγαλοστομίες
-Η λογική; Τι ναι αυτό; Εγώ πόντιος είμαι δεν ξέρω από λογική...

Το ξημέρωμα τους βρήκε όλους στο καφενείο
Δεν μιλούσε κανείς τους
Η πόρτα άνοιξε και μπήκε μέσα η Μαρία , η γυνάικα του Δήμου.
Τους κοίταξε όλους και  δάκρυσε.
Πλησίασε τον Νίκο και τον αγκάλιασε
Μετά  πήγε προς το μέρος του Δήμο
-Κύρη μου,μη το κάνεις. Είναι παιδί μας. Παιδί σου. Γιος σου είναι και αυτός, σε παρακαλώ, φώναζε κλαίγοντας  πλέον
Ο Δήμος σηκώθηκε και την αγκάλιασε
-Τι νόμισες Μαρία; Θα άφηνα ποτέ να πάθει κακό κάποιος από εσάς;
-Και τι θα κάνεις; ρώτησε κοιτώντας τον
-Αν θες να ζήσει ο γιος σου πρέπει να  τον αποχωριστείς
Η Μαρία πήγε να πει κάτι αλλά ο Δήμος συνέχισε
-Και να  φανείς σκληρή και δυνατή σε αυτό που έρχετε. Είναι ο μόνος τρόπος. Δεν γίνεται αλλιώς
Το βλέμμα της Μαρίας σκλήρηνε
-Πότε θα τον χάσω;
-Μπορεί και το μεσημέρι
-Που θα τον στείλεις;
Ο Δήμος δεν μίλησε
-Δεν θα φύγει πριν με δει
-Στο υπόσχομαι. Πήγαινε  σπίτι και ετοίμασε του  τα ρούχα. Μόνο τα απαραίτητα.
-Είσαι ο κύρης μου, όμως αν ο γιος μου φύγει πριν τον δω να του δώσω την ευχή μου αλλοίμονο σου
Ο Δήμος έσκυψε και την φίλησε στο μάγουλο
Μόλις βγήκε απ το καφενείο η Μαρία κοίταξε  τους υπόλοιπους
-Θυμάστε  τον Σέρβο; Στα Καμενίκια;τους ρώτησε
-Πήγε να μας φάει τις δουλειές πρόπερσι, απάντησε ο Οδυσσέας, αλλά τον βάλαμε στην θέση του
-Τι τον βάλαμε στην θέση του. Τους σπάσαμε τα πάντα όλα. Κόντεψε να μείνει στον δρόμο, απάντησε γελώντας ο  Βασίλης
-Και δεν τον αφήσαμε να μείνει στον δρόμο, απάντησε ο Δήμος προς τον Βασίλη, αυτό να  σου γίνει μάθημα. Πληρώσαμε και τον βοηθήσαμε να  ξαναστηθεί αφου  υποσχέθηκε να μην  μας ξαναπειράξει
Τότε το θεωρούσες  τρελό όμως σήμερα είναι ο μόνος που μπορεί να μας βοηθήσει
Θα πάω να τον βρω
-Θα πεσουμε στα πόδια του Σέρβου; ρώτησε ο Βασίλης
-Βλέπεις καλύτερη λύση; απάντησε με ερώτηση ο Γιάννης
-Ούτε θα τον  προσκυνήσουμε , ούτε θα  βγάλουμε την αλαζονεία μας  πάνω του, απάτησε ο Δήμος και σηκώθηκε
Ο Οδυσσέας του πε
-Θα έρθω μαζί σου
-Όχι εσύ Οδυσσέα. Θα πάρω τον Γιάννη, να μαθαίνει  την δουλειά  για να μπορεί να σε αντικαταστήσει επάξια όταν τα χρόνια παρέλθουν εμάς


Προσέγγισαν την καλύβα του Σέρβου στην περιοχή Καμενίκια
Ο Δήμος χτύπησε την λαμαρίνα που είχε  για πόρτα και μπήκε μέσα
Ο Σέρβος  έπινε καφέ  στο κουζινάκι του
Τους κοίταξε
 Δήμος έκατσε απέναντι του
-Το ξες πως δεν σε πάω καθόλου πόντιε, το ξες ε;  του πε ο Σέρβος
Ο Δήμος κούνησε το κεφάλι
-Όμως  σε σέβομαι παναθεμά σε. Τον κέρδισες τον σεβασμό μου γιατί μου απέδειξες πως έχεις μπέσα. 
-Πόσες λίρες χρυσές έχεις κρυμμένες εδώ στην καλύβα;
-Σε σένα μπορώ να το πω. Πολλές. Αμέτρητες. Και να στις δέιξω ξέρω πως δεν θα τις αγγίξεις
-Με τον Ολλανδό τι σχέσεις έχετε;
-Παίρνω  δουλειές απ αυτόν. Με δίνει ψωμί
-Πριν χρόνια  πέταξα την ομάδα σου έξω απ τα λαθραία. Σε πλήρωσα για την ζημιά που σου έκανα για να ξαναστηθείς. Γιατί προτίμησες  τους φόνους;
-Πληρώνουν καλύτερα και  χω ταλέντο σε αυτό
-Και  γω πληρώνω  ...καλά... για μια χάρη
-Ο Ολλανδός είπες πριν, που κολλάει σε όλο αυτό;
-Θέλω να μην μάθει τίποτα
-Ο Ολλανδός δεν με πλήρωσε ποτέ  χωρίς να κάνω κάτι. Εσύ το έκανες
-'Έχεις ανθρώπους πάνω στο Βελιγράδι;
-Συγγενείς
-Έμπιστους;
-Έμπιστους
-Σοβαρούς;
-Πίνουν πολύ, όπως όλοι οι Σέρβοι αλλά ναι είναι έμπιστοι
-Άλλο σε ρώτησα αλλά τέλος πάντων. Σε 24 ώρες  θέλω να βγάλεις  πλαστό διαβατήριο για κάποιον και  να τον στείλεις με το τραίνο πάνω
-Για πόσο καιρό θα τον φιλοξενήσουμε;
-Ίσως και μια ζωή
Ο Σέρβος σηκώθηκε και πήγε στο ντουλαπι της κουζίνας. Έβγαλε ένα μπουκάλι σέρβικο ούζο. Έβαλε σε τρία ποτήρια και τα έδωσε τα δυο στον Γιάννη και τον Δήμο
Τσουγγρίσαν και τα κατέβασαν μονορούφι
Ο Γιάννης έβηξε
Ο Σέρβος τον έδειξε με το δάχτυλο του
-Αυτός μοιάζει του Οδυσσέα. Είναι καλός αλλά δεν είναι σαν εμάς. Το χει με το μυαλό. Φαίνεται στην ματιά του και στον τρόπο που πίνει
-Πόσα  θες για την δουλειά;
-Μηδέν λίρες και μια υποχρέωση
Ο  Δήμος δεν μίλησε
-Όταν χρειαστώ την βοήθεια σου  θέλω να  ξηγηθείς αντίστοιχα
Ο Δήμος κούνησε το κεφάλι
-Ποιον στέλνουμε πάνω;
-Ποιον καταζητούν χωρίς να το καταζητούν;
-Τα έμαθα. Και θα του βρούμε κανονική δουλειά , ας πούμε σε βιβλιοπωλείο ή  θα δουλέψει στο συνάφι μας;
-Να αποφασίσει ο ίδιος;
-Εγώ δεν είμαι τόσο  προοδευτικός αλλά  δεκτόν
Οι δυο άντρες δώσανε τα   χέρια
Μετά ο Σέρβος έδωσε το χέρι και στον Γιάννη
Ο Γιάννης δίστασε  γιατί με αυτόν τον τρόπο ένας φτασμένος σαν τον Σέρβο τον αναγνώριζε ως  ίσο του
-Έλα  ρε πιτσιρίκο, τι φοβάσαι; του πε  και ο Γιάννης  έδωσε το χέρι του και ο Σέρβος το έσφιξε


Η Μαρία  στοίβαζε σε μια   βαλίτσα μερικά ρούχα και αλλαξιές  για τον Νίκο. Ξαφνικά σταμάτησε και  έβαλε τα κλάματα. Εκείνη την ώρα μπήκε απ την αυλή στο σπίτι η γειτόνισσα της  η Δώρα.
-Μαρία; της είπε και έτρεξε κοντά της και την αγκάλιασε, κλαις; Τι έγινε;  τι έχεις πούλιμ;
την ρώτησε
Η Μαρία  σήκωσε το κεφάλι και με  τα δάκρυα στο πρόσωπο  την κοίταξε  χωρίς να μιλήσει
Η  Δώρα κατάλαβε  . Για τον Νίκο , όλοι σχεδόν γνώριζαν στην γειτονιά αλλά  δεν έπρεπε να μιλάνε για αυτό, όχι από φόβο αλλά για να προστατεύσουν το παιδί
Η Δώρα  την έσφιξε  ακόμη περισσότερο στην αγκαλιά της και μονολόγησε
-Υπομονή  ψυμ, κουράγιο
-Δεν θα  το αντέξω  Δώρα, δεν θα το αντέξω
-Θα περάσουν όλα, θα  δεις.
-Δεν ξέρω
Η  Δώρα  την ξέσφιξε απ την αγκαλιά της. Έφερε τα χέρια της στο πρόσωπο της και  το σήκωσε ανάλαφρα. Τώρα τα μάτια της κοιτούσαν τα δικά της
-Θυμάσαι τι έγινε πριν δυο χρόνια μόλις; Η κόλαση  η ίδια  χτύπησε  τα χωριά μας πίσω στην πατρίδα. Αίμα και  θάνατος παντού. Μας  θέλαν  νεκρούς  επειδή είμαστε  αυτό που είμαστε. Επειδή  γεννηθήκαμε  ρωμιοί. 
Τι πιθανότητες είχαμε να γλιτώσουμε απ τους τσέτες και τον στρατό;
Κι όμως  είμαστε εδώ , εμείς και οι οικογένειες μας
-Τι κάνει ο Σπύρος; ο μικρός  με το σχολειο; ρώτησε η Μαρία
Η Δώρα  χαμογέλασε
-Αχ βρε Μαρία για ατο πα αγαπώ σε. Πάντα όσο  δύσκολα κι αν περνούσες πάντα έβρισκες χώρο  να νοιαστείς και για τους άλλους. Να ανησυχήσεις να  βοηθήσεις . Μαζί κοπέλα μου, ακούς. Μαζί από μικρές τα περάσαμε όλα τα δύσκολα. Μαζί θα  το περάσουμε κι αυτό
  Η Μαρία της έδειξε την  βαλίτσα με το βλέμμα της
-Θα φύγει ....μακριά. Δεν λένε ούτε σε μένα που θα πάει. Αν έρθει ο χωροφύλακας και με πιέσει  να μην ξέρω  
-Για καλό είναι. Ο Δήμος είναι έξυπνος άντρας και πάντα όλα τα μετρά διπλά. Αν αποφάσισε να φύγει το παιδί, ξέρει τι κάνει . Για καλό είναι
-Μα είναι μικρός. Παιδάκι ακόμη. Που θα πάει μόνο, μακριά απ τους δικούς του;
-Αυτό θα τον κάνει άντρα, ακούστηκε η  φωνή του Δήμου  που μπήκε στο προσφυγόσπιτο, θα τον ωριμάσει πιο γρήγορα από την ώρα  του
-Δήμο..., πήγε να πει  η Μαρία και αυτός την πρόλαβε
-Δεν γίνεται αλλιώς καρδιά μου. όπως και να το σκεφτώ είναι η μόνη λύση, είπε και την πλησίασε και την αγκάλιασε


Ο Οδυσσέας καθόνταν σε έναν βράχο στην Αρετσού και παρατηρούσε την θάλασσα  από  ψηλά μέσα στις ερημιές
Ο Γιάννης τον πλησίασε από πίσω
-Ήξερα πως θα σε  βρω εδώ, του είπε
-Τα αδέρφια  σου; Που είναι;
-Στο καφενείο. Πίνουν και ο  Βασίλης δασκαλεύει τον μικρό τι να προσέχει και τι όχι στα ξένα
-Και συ;
-Ήθελα να σου κάνω μια ερώτηση. 
-Τι ερώτηση;
-Ο Σέρβος πριν είπε κάτι. 
-Τι είπε;
-Πως βαδίζω στα δικά σου  βήματα
Ο Οδυσσέας κούνησε το κεφάλι και άναψε τσιγάρο
-Ένας άντρας κοντά στα 60  χωρίς γυναίκα, χωρίς  οικογένεια...
-Δεν μιλούσε για αυτό
-Το ένα ίσως πάει με το άλλο. 
-Αν είμαι το "μυαλό" στις δουλειές μας κάποια στιγμή  σημαίνει πως θα μείνω  χωρίς οικογένεια;
-Μακάρι όχι αλλά το "μυαλό" σε αυτή την δουλειά δεν έχει μυαλό ή  χρόνο για αγάπες και έρωτες
-Εσύ δεν ερωτεύτηκες; Δεν αγάπησες ποτέ;
-Το  θέμα είναι τι θα κάνεις εσύ Γιάννη; 
Ο Οδυσσέας σηκώθηκε και στάθηκε μπροστά του. Τον έσπρωξε
-Τι βλέπεις;  τον ρώτησε , τι βλέπεις;  φώναξε
-Τι έπαθες; Δεν σε πρόσβαλλα
-Τι βλέπεις;  συνέχισε να φωνάζει ο Γιάννης και μετά  πήρε μια ανάσα και με ήρεμη  φωνή τον αγκάλιασε απ τον λαιμό και του είπε, αυτό που βλέπεις  μπροστά σου  παιδί μου να το παρατηρείς  καλά. Να λάβεις ότι θετικό βλέπεις σε μένα αλλά και να παραδειγματιστείς  απ τα αρνητικά μου  για να τα αποφύγεις και να μην τα επαναλάβεις. Αυτή μόνο την συμβουλή έχω να σου  δώσω


Είχε σουρουπώσει
Η Μαρία στο καφενείο αγκάλιασε τον Νίκο κλαίγοντας
Ο μικρός βούρκωσε
-Μην κλαις μάνα. Θα γυρίσω.
-Να προσέχεις. Αν είναι είσαι καλά , ας είσαι καλά όπου και να σαι. Η ψυχή μου θα ναι  κοντά σου πάντα
-Α ρε μάνα. Σου υπόσχομαι θα επιστρέψω κάποια  μέρα
Η Μαρία τον φίλησε στο  μάγουλο και αυτός έσκυψε και της φίλησε το χέρι
Ο  Οδυσσέας την πήρες και την πήγε σπίτι
Όταν επέστρεψε τους βρήκε όλους μαζί με τον Στέλιο να κάθονται  σε καρέκλες  χωρίς τραπέζι κυκλικά
Πήρε μια καρέκλα και έκατσε και αυτός
Αμέσως μετά μπήκε ο Τότκης και έκατσε κι αυτός λέγοντας
-Οι δικοί μου ελέγχουν την γειτονιά μπας και χουν βάλει οι άλλοι ανθρώπους να παρακολουθούν τις κινήσεις  σας. όλα είναι καθαρά και ο δρόμος ανοικτός για να φύγει το παιδί...., κοίταξε τον Νίκο αι του χαμογέλασε  γλυκά, άντρας είσαι αλλά για μας μέσα  στην καρδιά μας θα σαι πάντα  ο μικρός
Ο Νίκος χαμογέλασε  φευγαλέα και μετά επέστρεψε  στο άγχος
Ο Δήμος πήρε τον λόγο
-Στέλιο; Είσαι καιρό φίλος με τον Οδυσσέα. Δεν είσαι πόντιος, ούτε μέλος της ομάδας μας. Έχεις την δική σου φτιάξη κάτω στην Κρήνη όμως θέλω να  σου πω πως σε θεωρώ δικό μας άνθρωπο και σε εμπιστευόμαστε απόλυτα. Για αυτό τον λόγο ήθελα να σουν παρών σε αυτήν την συνάντηση
-Ευχαριστώ κύριε Δήμο και γω σας νιώθω  δικούς μου  και αν υπάρχει τρόπος να βοηθήσω, θα το κάνω  χωρίς δεύτερη σκέψη
Ο Δήμος κούνησε το κεφάλι
Μετά κοίταξε τον Βασίλη
-Ο Δημήτρης;
-Όπου να  ναι θα έρθει, απάντησε ο μεγάλος του γιος, με το φορτηγό
-Και;
-Θα  τον πάρει, θα τον πάει στην δεύτερη στάση  που κάνει το τραίνο για την Σερβία. Εκεί στα μουλωχτά θα τον ανεβάσει. Μέσα στο τραίνο  ένας άνθρωπος του Σέρβου θα του δώσει εισιτήριο και πληροφορίες για  το που να πάει στο Βελιγράδι
Ο Δήμος κούνησε το κεφάλι
Έξω ξεκίνησε να  βρέχει
Ο Οδυσσέας άκουσε τις βροντές
-Βροχή, καλό σημάδι και κάλυψη
Ο Δήμος κοίταξε τον Νίκο
-Είμαι περήφανος  για σένα. Έκανες αυτό που έπρεπε. Το ξέρω είναι εξορία  εκεί που πας . Αυτό ήταν γραφτό να  γίνει. 
Ήσουν παιδάκι φοβισμένο ακόμη όταν οι τσέτες  επιτέθηκαν στο  σπίτι μας πίσω  στον Πόντο. Από τότε κύλησε πολύ νερό  στο αυλάκι. Πλέον είσαι άντρας. Δεν είναι δίκαιο αυτό που γίνεται όμως από τότε στο χωριό  ξέρεις πως  η ζωή είναι σκληρή
-Δες το κι αλλιώς, είπε ο Βασίλης, θα ξεπαστρέψουμε εμείς για σένα όσους σε  χουν βάλει στο σημάδι και μετά θα επιστρέψεις σαν κύριος.
Γελάσανε όλοι
-Δίκιο έχει, πρόσθεσε ο Δήμος
Ο Οδυσσέας πήγες να πει κάτι όμως τον πρόλαβε ο  Γιάννης
-Ή θα μας ξεκάνουν όλους  και θα σαι ο μόνος που θα  γυρίσει κάποια στιγμή να πάρει εκδίκηση και να συνεχίσει το όνομα μας
Ο Οδυσσέας εξεπλάγειν με τον Γιάννη, αυτό ακριβώς θα έλεγε κι αυτός
Το ότι  σκεφτόνταν με τον ίδιο τρόπο με  αυτόν ήταν ένα καλό  σημάδι εξέλιξης του σκέφτηκε
Απ έξω το  φορτηγό με τον Δημήτρη έφτασε και κόρναρε μια φορά
Σηκωθήκαν όλοι
ο Δήμος  πλησίασε τον Νίκο και  τον αγκάλιασε
-Θα φροντίσω να  γυρίσεις όσο πιο  σύντομα γίνεται
Ο Νίκος  τον πλησίασε στο αυτί και του ψιθίρισε
-Φοβάμαι μπαμπά
Ο Δήμος του  ανταπέδωσε  ψιθιριστά
-Αυτό να συνεχίσεις να κάνεις Νίκο. Ο φόβος σε κρατά σε εγρήγορση

Ο Νίκος  βγήκε μόνος και προχώρησε ως το φορτηγό. 
Μπήκε μέσα και ο Δημήτρης έκανε μανούβρα μέσα στις λάσπες και έφυγε
Ο Δήμος κοίταξε τον καφετζή και του φώναξε
-Βάλε να πιούμε.
Καθώς οι άλλο φέρναν τα τραπέζια  μπροστά στις καρέκλες τους και ετοιμάζαν τα ποτήρια για να πιούνε ο Δήμος  βγήκε έξω. Περπάτησε μερικά μέτρα και στάθηκε μέσα στην βροχή
Ο Οδυσσέας μετά από λίγο τον ακολούθησε και έκατσε δίπλα του
Τον κοίταξε προσεκτικά
-Κλαίς; τον ρώτησε
-Κλαίω
-Λογικό. Παιδί σου είναι
-Δεν κλαίω για το παιδί μου, παύση μερικών στιγμών, για τον προδότη που έπρεπε να ξεκάνουμε. Για αυτόν κλαίω
Οι δυο άντρες κοιτούσαν μπροστά
Ο Δήμος συνέχισε
-Παιδί ήταν κι αυτός. Με τον πατέρα του μεγαλώσαμε στο ίδιο χωριό. Καλαμαριώτης ήταν κι αυτός ο νέος. Μας πρόδωσε και έπρεπε να  φύγει. Δεν παύει όμως να είναι ένας από εμάς. Δεν γίνεται να μην τον κλάψω τον έρμο
Ο Οδυσσέας δεν μίλησε
Ο Δήμος  γύρισε και τον κοίταξε
-Όλοι πιστεύουν πως  εγώ είμαι ο σκληρός και συ ο λογικός. Δεν είναι έτσι. Εγώ απλά μπορώ να παίρνω  δύσκολες αποφάσεις...και να τις εκτελώ , όμως μετά καταρρέω  φίλε μου. Η λογική πάντα είναι πιο σκληρή  απ την δράση. Εσύ δεν θα καταρρεύσεις ποτέ όπως εγώ τώρα, αυτή την στιγμή. Ενώ χάνω τον γιο μου κλαίω για έναν ξένο, έναν  προδότη. Σκέφτομαι  γιατί να έρθουν έτσι τα πράγματα. Γιατί έπρεπε να προδώσει  την γειτονιά  του; Γιατί;  Γιατί;  Γιατί; 
Δεν γινόνταν να τα σκεφτώ την ώρα της δράσης. Την ώρα της δράσης αποφασίζεις ακαριαία και δρας. Μετά όμως καταρρέεις
Όταν εγώ καταρρέω , το μυαλό, εσύ  συνεχίζεις.Σε 12 ώρες  ξεκινά ο πόλεμος με την μεγαλύτερη  συμμορία της πόλης και την αστυνομία. Πάμε μέσα να πιούμε. Ποιος ξέρει πότες θα χουμε ξανά  αυτή την ευκαιρία


τέλος 3ου επεισοδείου

Σχόλια